ΠΟΛΕΜΙΚΟ
Αντιναύαρχος Γεώργιος Παναγιωτόπουλος ΠΝ
Διατελέσαντες Αρχηγοί ΓΕΝ
του Χρήστου (Α.Μ. 479)
Αθήνα, 31.12.1905-Αθήνα, 30.04.1985
Εισήλθε στη Σ.Ν.Δ. στις 21.09.1922 και αποφοίτησε στις 16.01.1926 ως μάχιμος Σημαιοφόρος. Προήχθη σε Ανθυποπλοίαρχο στις 10.08.1928, σε Υποπλοίαρχο στις 14.02.1934, σε Πλωτάρχη στις 31.12.1940, σε Αντιπλοίαρχο στις 26.12.1944, σε Πλοίαρχο στις 24.09.1949, σε Υποναύαρχο στις 16.09.1958 και σε Αντιναύαρχο στις 16.09.1960. Στις 23.09.1961, αποστρατεύθηκε με αίτησή του και στις 26.08.1962 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Αρχηγού ΓΕΝ. Μεταξύ 20.01.1975 και 31.05.1975, ανακλήθηκε στην ενέργεια.
Φοίτησε στη Σχολή Πυροβολικού (1935) και τη Ναυτική Σχολή Πολέμου (1949). Έλαβε Πτυχίο Εξειδίκευσης Πυροβολικού..
Υπηρέτησε σε πλοία επιφάνειας, επιτελικές και διοικητικές θέσεις, καθώς στην Εθνική Στρατιωτική Αντιπροσωπεία στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο (1952-1953), παράλληλα με τα καθήκοντά ως Ναυτικού Ακολούθου Ουάσινγκτον.
Προπολεμικά, διατέλεσε Κυβερνήτης του τορπιλοβόλου ΑΡΕΘΟΥΣΑ (1935-1936, Υποπλοίαρχος).
Κατά τον Ελληνο-ιταλικό και τον Ελληνο- γερμανικό Πόλεμο, υπηρέτησε συνεχώς στην Ανώτερη Διοίκηση Παράκτιας Άμυνας.
Μεταξύ 1941 και 1943, στη διάρκεια της Κατοχής, υπηρέτησε ως Πλωτάρχης στη Γενική Διεύθυνση Ναυτικού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (για το ζήτημα αυτό βλ. στον Πρόλογο).
Διέφυγε από την κατεχόμενη Ελλάδα και στις 08.03.1943 παρουσιάστηκε στη Μέση Ανατολή. Ακολούθως, υπηρέτησε στο θωρηκτό ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ και την Ανώτερη Διοίκηση Αντιναρκικών Μέτρων και διατέλεσε Κυβερνήτης της κορβέτας ΤΟΜΠΑΖΗΣ (1943- 1945, Πλωτάρχης/Αντιπλοίαρχος), που παρέλαβε στο Τσάταμ της Αγγλίας και με την οποία έλαβε μέρος σε συνοδεία νηοπομπών στο Βόρειο Ατλαντικό, καθώς και στην απόβαση της Νορμανδίας (Ιούνιος 1944).
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ως μεν Αντιπλοίαρχος, διατέλεσε Κυβερνήτης του αντιτορπιλικού ΑΣΤΙΓΞ και Αρχιεπιστολέας του Ανώτερου Διοικητή Αντιτορπιλικών (1946- 1947), ως δε Πλοίαρχος, Ναυτικός Ακόλουθος Ουάσινγκτον (1951-1953), Ανώτερος Διοικητής Ελαφρών Σκαφών και Διοικητής Υποβρυχίων (1953-1955), καθώς και Αρχηγός του Α’ Κλάδου του ΓΕΝ, παράλληλα δε, Επιτελάρχης COMEDEAST (1955-1957).
Στη συνέχεια, ανέλαβε καθήκοντα Αρχηγού της 3ης Μικτής Επιτελικής Ομάδας του ΓΕΕΘΑ (1958-1959, Υποναύαρχος), καθώς και Αρχηγού του ΓΕΝ και COMEDEAST (1959- 1961, Υποναύαρχος/Αντιναύαρχος).
Κατά την ανάκλησή του στην ενέργεια από την εφεδρεία το 1975, υπήρξε Πρόεδρος του Ειδικού Συμβουλίου Κρίσης των αξιωματικών του Ναυτικού που είχαν διωχθεί την περίοδο της δικτατορίας του 1967-1974 (Αντιναύαρχος).
Το 1953, παράλληλα με τα λοιπά καθήκοντά του, συνέταξε το προσχέδιο του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας των Βασιλικών Πλοίων (ΚΕΥΒΠ) και, το 1956, τις πρώτες Διατάξεις Ναυτικού που παρέμειναν σε ισχύ πάνω από 45 χρόνια . Επίσης, το 1958, υπήρξε κύριος συντελεστής της σύνταξης του Κανονισμού Οικονομικής Υπηρεσίας (ΚΟΥ).
Εκτός από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έλαβε ενεργό μέρος στις επιχειρήσεις του Εμφυλίου.
Τιμήθηκε:
– στις 25.05.1945, επειδή: υπηρετών επί της κορβέτας ΤΟΜΠΑΖΗΣ από της παραλαβής της, υπό δυσμενείς συνθήκας μακράν ελληνικών βάσεων, επέδειξεν αντοχήν εις την σκληρόν ζωήν, άριστα ναυτικά προσόντα, ενθουσιασμόν και αυτοθυσίαν εξαίρετον εις τρόπον ώστε επετεύχθη η καθ’ όλα επιτυχής συμμετοχή του πλοίου του εις συνοδείας Βορείου Ατλαντικού, Δυτικής Αγγλίας και αποβατικάς επιχειρήσεις Δυτικού Μετώπου δια την απελευθέρωσιν της Ευρώπης, την χαραυγήν της 6ης Ιουνίου 1944 (Κυβερνήτης του πλοίου),
– στις 20.05.1945, με το Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων, για: την έξοχον δράσιν του πλοίου του κατά την επιχείρησιν OVERLORD, δι’ ην εξεφράσθη λίαν ευμενώς ο Βρετανός Ναύαρχος (απόβαση της Νορμανδίας, Ιούνιος 1944, Κυβερνήτης του ΤΟΜΠΑΖΗΣ),
– στις 14.07.1948, με τον Πολεμικό Σταυρό Γ’ Τάξης, επειδή: δια των ευστοχών πυρών του αντιτορπιλικού ΑΣΤΙΓΞ από το Κορινθιακού κατά τας επιχειρήσεις της Ρούμελης, προυξένησε σημαντικός απώλειας εις [τους αντιπάλους] και προσέφεραν σημαντικός υπηρεσίαςεις τας μαχομένας εθνικός δυνάμεις (Κυβερνήτης του πλοίου), και, και
– στις 16.01.1952, με το Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων, για: την επιδειχθείσαν εργατικότητα, ανωτέραν αντίληψιν καθήκοντος και ευδόκιμους υπηρεσίας εν τω κύκλω των ενεργειών του κατά τας [… ] επιχειρήσεις της περιόδου 1947-1950.