Αντιναύαρχος Κωνσταντίνος Τσάτσος ΠΝ
Διατελέσαντες Αρχηγοί ΓΕΝ
του Γεωργίου (ΑΜ 395)
Αθήνα, 01.01.1901 – Λονδίνο, 26.06.1969
Εισήλθε στη Σ.Ν.Δ. στις 22.09.1917, αποφοίτησε δε στις 17.01.1923 ως μάχιμος Σημαιοφόρος. Ακολούθως, προήχθη σε Ανθυποπλοίαρχο στις 22. 04.1925, σε Υποπλοίαρχο στις 10.08.1928, σε Πλωτάρχη στις 09.09.1935 και σε Αντιπλοίαρχο στις 30.12.1940. Την 01.07.1943, διαφεύγοντας από την κατεχόμενη Ελλάδα στη Μέση Ανατολή, συνελήφθη από τους Γερμανούς, καταδικάστηκε σε θάνατο και μεταφέρθηκε αρχικά μεν σε φυλακές της Βιέννης και, στη συνέχεια, του Στέιν Ντονάου της Γερμανίας, όπου απελευθερώθηκε από τις δυνάμεις των ΗΠΑ στις 06.05.1945 και επέστρεψε στην Ελλάδα. Προήχθη σε Πλοίαρχο στις 12.07. 1951 (αναδρομικά από 15.06.1946), σε Υποναύαρχο στις 25.08.1952 και σε Αντιναύαρχο στις 15.09.1958, αποστρατεύθηκε δε με αίτησή του στις 03.12.1959 και στις 15.02.1963 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Αρχηγού ΓΕΝ. Από τις 23.09.1964 μέχρι τις 23.10.1964, ανακλήθηκε στην ενέργεια με το βαθμό του Αντιναυάρχου.
Φοίτησε στη Ναυτική Σχολή Πολέμου (1936-1937) και έλαβε Πτυχίο Εξειδίκευσης Ναυτιλίας [1].
Υπηρέτησε σε πλοία επιφανείας και σε επιτελικές και διοικητικές θέσεις.
Προπολεμικά, με το βαθμό του Υποπλοιάρχου, διατέλεσε Κυβερνήτης των τορπιλακάτων 2 (1930) και 1, παράλληλα δε, Διοικητής Ομάδας Τορπιλακάτων (1931), καθώς και του τορπιλοβόλου ΑΛΚΥ-ΟΝΗ (1932).
Κατά τον Ελληνο-ιταλικό και τον Ελληνο-γερμανικό Πόλεμο, υπηρέτησε ως Κυβερνήτης του αντιτορπιλικού ΑΣΠΙΣ (1939-1941, Πλωτάρχης/Αντιπλοίαρχος), μετέχοντας στις ναυτικές επιχειρήσεις εκείνης της περιόδου.
Προς το τέλος του Ελληνο-γερμανικού Πολέμου, έχοντας, λόγω ασθενείας, αντικατασταθεί στα κα-θήκοντα Κυβερνήτη του ΑΣΠΙΣ από τον Πλωτάρ-χη Γ. Μπλέσσα (ΑΜ 423), δεν μπόρεσε να ακολου-θήσει το Στόλο κατά την αποδημία του στη Μέση Ανατολή, στα τέλη Απριλίου 1941, λίγες μέρες πριν από την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα.
Στο διάστημα της παραμονής του στην κατεχόμενη Ελλάδα, υπηρέτησε στη Γενική Διεύθυνση Ναυτικού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (για το ζήτημα αυτό βλ. στον Πρόλογο) μέχρι την αιχμαλωσία του κατά την προσπάθεια διαφυγής στη Μέση Ανατολή (01.07.1943).
Ύστερα από την επάνοδό του στην Ελλάδα από την αιχμαλωσία, διατέλεσε, ως μεν Αντιπλοίαρχος, Κυβερνήτης του αρματαγωγού ΣΑΜΟΣ και Διοικητής της Μοίρας Αρματαγωγών (1946), καθώς και Υπασπιστής του Βασιλέως Γεωργίου Β΄ (1946-1947), ως δε Πλοίαρχος, Διοικητής Πλοίων Αποβάσεως (1947-1949) και της Σ.Ν.Δ. 1949), Ανώτερος Διοικητής Ελαφρών Σκαφών (1949-1950) και Ανώτερος Διευθυντής Προσωπικού (1950-1952), και Τεχνικών Υπηρεσιών (1951-1952, Πλοίαρχος/Υποναύαρχος).
Στη συνέχεια, με το βαθμό του Υποναυάρχου, ανέλαβε καθήκοντα Αρχηγού Ναυτικής Εκπαίδευσης (1952), Υπαρχηγού ΓΕΝ (1952-1954), Αρχηγού Ναυστάθμου Σαλαμίνας (1954) και, με επικάλυψη, Αρχηγού Στόλου (1953-1956) και εκ νέου Αρχηγού Ναυτικής Εκπαίδευσης (1957-1958). Τέλος, μεταξύ 1958 και 1959, διατέλεσε Αρχηγός ΓΕΝ και COMEDEAST (Υποναύαρχος/Αντιναύαρχος).
Επίσης, χρημάτισε Πρόεδρος του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού (1961-1964, Αντιναύαρχος ε.α.).
Μετέσχε στην «Απεργία του Ναυτικού» (Ιούνιος 1924, Σημαιοφόρος).
Εκτός από τον Πόλεμο 1940-1941, έλαβε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του Εμφυλίου.
Τιμήθηκε:
– στις 15.07.1947, με τον Πολεμικό Σταυρός Γ΄ Τάξης, επειδή: αποπειραθείς να διαφύγει εις Μέσην Ανατολήν όπως προσφέρη τας υπηρεσίας του εις το αγωνιζόμενον Ναυτικόν, συνελήφθη παρά των αρχών Κατοχής, εφυλακίσθη και υπέστη βασάνους και πιέσεις ίνα κατάδώση οργανώσεις διαφυγής, μη ομολογήσας δε, κατεδικάσθη εις θάνατον και ενεκλείσθη εις τας φυλακάς εκ νέου, μέχρις απελευθερώσεως της Ελλάδος, επιδείξας κατά την διάρκειαν της φυλακίσεώς του υπέροχον ηθικόν θάρρος και ψυχραιμίαν, και
– στις 23.01.1952, με το Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων, για: την επιδειχθείσαν εργατικότητα, ανωτέραν αντίληψιν καθήκοντος και ευδοκίμους υπηρεσίας εν τω κύκλω των ενεργειών του κατά τας […] επιχειρήσεις της περιόδου 1947-1950.[2]
[2] Πέραν τούτων, του απονεμήθηκε το παράσημο του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (Order of the British Empire).