ΠΟΛΕΜΙΚΟ
Αντιναύαρχος Δημήτριος Οικονόμου ΠΝ
Διατελέσαντες Αρχηγοί ΓΕΝ
του Αλεξάνδρου (Α.Μ. 156)
Χαλκίδα, 04.06.1883 – Σύρος1, 11.09.1957
Εισήλθε στη Σ.Ν.Δ. στις 10.09.1899 και αποφοίτησε στις 15.07.1903 ως μάχιμος Σημαιοφόρος. Προήχθη σε Ανθυποπλοίαρχο στις 29.03.1910, σε Υποπλοίαρχο 02.06.1913, σε Υποπλοίαρχο Α’ Τάξης στις 16.07.1913 και σε Πλωτάρχη στις 03.03.1917. Στις 21.06.1917, μετά την επικράτηση του Βενιζέλου (Ιούνιος 1917), τέθηκε σε διαθεσιμότητα και στις 21.11.1917 αποτάχθηκε. Στις 06.11.1920, μετά τη Μεταπολίτευση του Νοεμβρίου του 1920, επαναφέρθηκε στη μόνιμη υπηρεσία ως μηδέποτε απομακρυνθείς και προήχθη σε Αντιπλοίαρχο στις 02.12.1920 και σε Πλοίαρχο στις 12.10.1925. Ακολούθως, προήχθη σε Υποναύαρχο στις 21.02.1934 και σε Αντιναύαρχο στις 21.02.1936, αποστρατεύθηκε δε στις 25.04.1947 ως Αντιναύαρχος ε.α.
Φοίτησε στη Σχολή Ν. Πυροβολικού (1914).
Υπηρέτησε σε πλοία επιφάνειας, καθώς και σε επιτελικές και διοικητικές θέσεις.
Κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, υπηρέτησε στο θωρηκτό ΨΑΡΑ και έλαβε μέρος στις ναυμαχίες της Έλλης (03.12.1912) και της Λήμνου (05.01.1913), καθώς και στις λοιπές πολεμικές επιχειρήσεις, περιλαμβανόμενων της απελευθέρωσης της Λήμνου (08.10.1912), της Ίμβρου (18.10.1912), της Σαμοθράκης (19.10.1912) και της Λέσβου (Νοέμβριος 1912) και των επιχειρήσεων στο Ιόνιο Πέλαγος (Φεβρουάριος 1913). Κατά το Β’ Βαλκανικό Πόλεμο, υπηρέτησε στο 29° Ναυτικό Άγημα (Υποπλοίαρχος, συμμετέχοντας στις χερσαίες επιχειρήσεις.
Επίσης, έλαβε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας επί του αντιτορπιλικού ΑΕΤΟΣ και, στη συνέχεια, ανέλαβε καθήκοντα Διοικητή του Αεροδρομίου Π. Φαλήρου (1920-1921, Αντιπλοίαρχος).
Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, διατέλεσε, ως μεν Αντιπλοίαρχος, Κυβερνήτης του αντιτορπιλικού ΠΑΝΘΗΡ (1923) και του ελαφρού καταδρομικού ΕΛΛΗ (1923-1925), ως δε Πλοίαρχος, εκ νέου Κυβερνήτης του ΕΛΛΗ (1926-1927), του εκπαιδευτικού ΑΡΗΣ (1927- 1928), καθώς και των θωρηκτών ΚΙΛΚΙΣ (1929) και ΛΗΜΝΟΣ (1929), Ανώτερος Διοικητής Υποβρυχίων (1929-1930), Διοικητής του Στολίσκου Αντιτορπιλικών (1931) και Αρχηγός της Εκπαιδευτικής Μοίρας (1931-1934, Πλοίαρχος/Υποναύαρχος). Ακολούθως, διατέλεσε Αρχηγός του ΓΕΝ (1935-1936, Υποναύαρχος/Αντιναύαρχος) και, συγχρόνως, Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου των Ναυτικών (1935, Υποναύαρχος), Αρχηγός του Ελαφρού Στόλου (1936-1937, Αντιναύαρχος) και Γενικός Επιθεωρητής Ναυτικού (1936-1940, Αντιναύαρχος), παράλληλα δε Αρχηγός Στόλου (1938-1939, Αντιναύαρχος).
Στη διάρκεια του Ελληνο-ιταλικού και του Ελληνο-γερμανικού Πολέμου, διατέλεσε συγχρόνως Γενικός Επιθεωρητής Ναυτικού, Αρχηγός του Στολίσκου Τορπιλοβόλων, Αρχηγός Αντιαεροπορικής Άμυνας, Διευθυντής της Υπηρεσίας Επιτήρησης Συναγερμού Αέρος-Θαλάσσης και Αρχηγός των Ναυτικών Αμυντικών Περιοχών 1 και 3. Μεταξύ 25 και 27.04.1941, ενώ ο Υπουργός των Ναυτικών (Υποναύαρχος Αλ. Σακελλαρίου – Α.Μ. 183) και ο Στόλος κατευθύνονταν στη Μέση Ανατολή, εξουσιοδοτήθηκε να υπογραφή όλα τα αφορώντα εις το Ναυτικόν έγγραφα και διαταγάς κατά την απουσίαν το Υπουργού των Ναυτικών και να ασκεί την διοίκησιν του Ναυτικού.
Την περίοδο κατά την οποία διετέλεσε Ανώτερος Διοικητής Υποβρυχίων (1929-1930), με τη συνδρομή του Αρχιεπιστολέα του Α. Ξηρού (Α.Μ. 226), αναμορφώθηκε πλήρως η Σχολή Υποβρυχίων, η δε παρεχόμενη εκπαίδευση στηρίχθηκε στα σύγχρονα για την εποχή δεδομένα. Τον Οκτώβριο του 1930, αποχωρώντας από τη Διοίκηση, του εκφράστηκε η άκρα ευαρέσκεια του Υπουργού των Ναυτικών, για: τους κόπους ους κατέβαλε [… ] δια την προαγωγήν λεπτότατης υπηρεσίας ως η των υποβρυχίων, ων η λαμπρά εξέλιξης έφθασεν εις στάδιο εξαιρετικής επιδόσεως.
Το Μάιο του 1935, ως Υποναύαρχος, υπήρξε Πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου Ναυστάθμου το οποίο δίκασε τα στελέχη του Ναυτικού που είχαν λάβει μέρος στο Κίνημα του Μαρτίου του 1935 (Ελ. Βενιζέλου). Αμέσως μετά, κίνησε τη διαδικασία απονομής χάριτος σε όσους είχαν καταδικαστεί σε θάνατο, η οποία έγινε δεκτή.
Στο διάστημα 1941-1943, κατά την περίοδο της Κατοχής, υπηρέτησε ση Γενική Διεύθυνση Ναυτικού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (για το θέμα αυτό βλ. στον Πρόλογο).
Συμμετέσχε στο Κίνημα του Στρατιωτικού Συνδέσμου (Αύγουστος 1909, Σημαιοφόρος), το Κίνημα του Υποπλοιάρχου Κ. Τυπάλδου – Α.Μ. 64 (Οκτώβριος 1909, Σημαιοφόρος), την «Απεργία του Ναυτικού» (Ιούνιος 1924, Αντιπλοίαρχος) και το Κίνημα Παπάγου- Οικονόμου-Ρέππα (Οκτώβριος 1935, Αντιναύαρχος, Αρχηγός του ΓΕΝ).
Την περίοδο 1940-1944, χρημάτισε Αντιπρόεδρος του Ναυτικού Ομίλου της Ελλάδος (Αντιναύαρχος), μεταξύ δε 1953 και 1957 Πρόεδρος του Δ.Σ. της Ελληνικής Θαλάσσιας Ένωσης και του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος1 2 (Αντιναύαρχος ε.α.).
Στις 31.08.1946, τιμήθηκε:
- με τον Πολεμικό Σταυρό Α’ Τάξης, επειδή: διατελέσας κατά την περίοδον του Πολέμου 1940-1941 Γενικός Επιθεωρητής Ναυτικού, Αρχηγός Μοίρας Τορπιλοβόλων και Αρχηγός των Ναυτικών Αμυντικών Περιοχών 1 [Πάτρας] και 3 [Πειραιά], συνετέλεσεν εις την νίκην του Ελληνικού Ναυτικού και την επιτυχή άμυναν του πατρίου εδάφους, εμψυχώνων εις πάσας τας περιπτώσεις τους υπ’ αυτόν δια προσωπικού παραδείγματος και θάρρους, και
- με το Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων, επειδή: Γενικός Επιθεωρητής Ναυτικού, Αρχηγός Μοίρας Τορπιλοβόλων και Αρχηγός των Ναυτικών Αμυντικών Περιοχών 1 [Πάτρας] και 3 [Πειραιά], διατήρησε τας πολεμικός μονάδας και τας υπό τας διαταγάς του μαχίμους υπηρεσίας εις άριστον ηθικόν και πλήρη απόδοσιν.
Χρημάτισε Μέλος της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων της Ελλάδος (1935).
Δημοσίευσε το Αρχείον του Στρατηγού Μπότζαρη Κώστα (1934) και έγραψε τα Πεπραγμένα του Β.Ν. (1947), Η Α.Β.Υ. ο Πρίγκηψ Γεώργιος και το Ναυτικόν Πρόγραμμα της Χώρας (1952) και Το Σούλι, οι Σουλιώτες και η Οικογένεια Μπότσαρη (1954).